Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ | ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΟΜΠΟΛΗΣ - ΜΙΑ ΦΙΛΙΑ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΙΣΤΟΡΙΑ

Από τη Διαθήκη Δομπόλη στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Η Μεγάλη Ευεργεσία

Ο Ιωάννης Δομπόλης, πριν επιστρέψει στην Πετρούπολη, συνέταξε την πρώτη του διαθήκη. Το κείμενο, με μορφή επιστολής, απευθυνόταν στον καλό του φίλο Ιωάννη Καποδίστρια, στον οποίον παραχωρούσε ἐντελὴ καὶ ἀπεριόριστον πληρεξουσιότητα επί της περιουσίας του. Το πρωταρχικό μέλημα του Δομπόλη, να αφιερωθεί η περιουσία του στην ανάπτυξη του χώρου της παιδείας, φανερώνεται από τη συγκινησιακά φορτισμένη παράκληση «νά ἐκτελέσητε τά ὅσα προφορικῶς περί συστάσεως Σχολείων, Ὀρφανοτροφείου καί ἄλλων θεαρέστων ἕργων πολλάκις προωμιλήσαμεν».

Η δολοφονία του Καποδίστρια, στις 27 Σεπτεμβρίου 1831, κλόνισε την ψυχική και σωματική υγεία του Δομπόλη. Εἶναι ἀδύνατον νά Σᾶς περιγράψω τήν θλίψιν τῆς ψυχῆς μου, έγραψε στον αδελφό του Κυβερνήτη Βιάρο Καποδίστρια (1774-1842) και συμπλήρωσε: Σᾶς ὁμολογῶ, δέν ἠμπορῶ νά συνέλθω εἰς τόν ἐαυτόν μου. Η απουσία του φίλου του από τη ζωή τον συντάραξε, όμως δεν του επέτρεψε να ξεχάσει τα σχέδια και το κοινό τους όραμα για τον ελληνισμό.

Η τελική διαθήκη του Δομπόλη, συνταγμένη στις 4 Φεβρουαρίου 1849, όριζε ότι το ένα δέκατο περίπου της περιουσίας του θα δινόταν σε συγγενείς και άλλους οικείους, ενώ η υπόλοιπη, ανερχόμενη σε 815.000 χάρτινα ρούβλια, θα αφιερωνόταν στην εκπλήρωση της υπόσχεσής του, τη διάδοση της δημόσιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα.

Η τελική διαθήκη του Δομπόλη, συνταγμένη στις 4 Φεβρουαρίου 1849, όριζε ότι το ένα δέκατο περίπου της περιουσίας του θα δινόταν σε συγγενείς και άλλους οικείους, ενώ η υπόλοιπη, ανερχόμενη σε 815 χιλιάδες χάρτινα ρούβλια, θα αφιερωνόταν στην εκπλήρωση της υπόσχεσής του, τη διάδοση της δημόσιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα.

Ο τρίτος όρος της διαθήκης όριζε ότι τα χρήματα θα καταθέτονταν σε ρωσικές τράπεζες, ώστε να σωρευτούν τόκοι, μέχρι την 1η Ιανουαρίου 1906. Τότε, σύμφωνα με τον τέταρτο όρο, η Ρωσική Κυβέρνηση θα έπρεπε να έρθει σε συνεννόηση με την Ελληνική, για τη μεταφορά ολόκληρου του ποσού και των τόκων του στην Ελλάδα. Το κεφάλαιο θα αφιερωνόταν στην ίδρυση, στην Αθήνα ή σε οποιαδήποτε άλλη πόλη ήταν πρωτεύουσα το 1906, Πανεπιστημίου, το οποίο, σε ανάμνηση του εκπαιδευτικού οράματος που μοιράστηκε με τον Κυβερνήτη, θα ονομαζόταν Καποδιστριακό.

Στις 28 Οκτωβρίου 1850, σε ηλικία ογδόντα ενός ετών, ο Δομπόλης άφησε την τελευταία του πνοή. Ενταφιάστηκε στο Κοιμητήριο Βολκόφσκογιε, μετά από μια, σύμφωνα με την τελευταία του επιθυμία, λιτή και ολιγάνθρωπη εξόδιο τελετή.
(Αγνώστου, Ιωάννης Δομπόλης, 1965, σινική μελάνη, φωτ. εφ. Ηπειρωτικός Αγών.)
(Μεταφρασμένο αντίγραφο της διαθήκης του Ιωάννη Δομπόλη, Αλκιβιάδη Κρασσά, Διαθήκαι και δωρεαί υπέρ του Εθνικού Πανεπιστημίου μετά διαφόρων σχετικών εγγράφων από ιδρύσεως αυτού μέχρι τέλους του 1899, Αθήνα 1900, Ιστορικό Αρχείο Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.)

Οι Περιπέτειες της Διαθήκης Δομπόλη

Το 1849, όταν ο Δομπόλης συνέταξε τη διαθήκη του, το Οθώνειο Πανεπιστήμιο μετρούσε ήδη δώδεκα χρόνια ζωής. Έτσι, όπως ήταν αναμενόμενο, η είδηση του κληροδοτήματος δημιούργησε σύγχυση.

Η δημιουργία δεύτερου πανεπιστημιακού ιδρύματος στην Αθήνα θεωρήθηκε από το σύνολο της κοινής γνώμης ανωφελής πολυτέλεια. Έτσι, στο τραπέζι των συζητήσεων άρχισαν να ακούγονται τα ονόματα άλλων πόλεων που διεκδικούσαν να αποτελέσουν τη γεωγραφική έδρα του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου. Κατά τις συζητήσεις της Βουλής για την αξιοποίηση του κληροδοτήματος Δομπόλη, πολλοί βουλευτές επιχειρηματολόγησαν υπέρ της ίδρυσης ενός δεύτερου Πανεπιστημίου στην Πάτρα, τη Λάρισα ή την Κέρκυρα.

Κομβικό ρόλο στην πορεία του κληροδοτήματος έπαιξε το ίδιο το Εθνικό Πανεπιστήμιο, το οποίο είχε διεκδικήσει συμμετοχικό ρόλο στη διευθέτηση του. Τα μέλη της Συγκλήτου τόνιζαν ότι είναι τα πλέον αρμόδια άτομα να εκφέρουν άποψη, καθώς γνώριζαν όσο κανείς άλλος τις πανεπιστημιακές ανάγκες της χώρας.

Η οριστική απόφαση για το κληροδότημα του Δομπόλη λήφθηκε τον Ιούλιο του 1911, οπότε και ψηφίστηκαν στη Βουλή οι νόμοι υπ’ αριθμόν 3823 και 3825. Σύμφωνα με το νέο νομοθετικό πλαίσιο, το υφιστάμενο Εθνικό Πανεπιστήμιο διχοτομήθηκε σε δύο ιδρύματα, το Εθνικό και το Καποδιστριακό.

Το αρχικό κεφάλαιο που είχε καταθέσει ο Δομπόλης το 1849, σε δραχμές ξεπερνούσε το 1.000.000, όμως το 1906, τα τοκιζόμενα χρήματα είχαν πλησιάσει τα 8.000.000 δρχ. Αν όλα εξελίσσονταν ομαλά, το πανεπιστήμιο θα βρισκόταν με ένα μυθώδες για την εποχή ποσό στη διάθεσή του. Ωστόσο, οι χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες και οι δυσχερείς συνεννοήσεις της Ελληνικής με τη Ρωσική Κυβέρνηση καθυστερούσαν τη λήψη των χρημάτων. Το 1906 στην Ελλάδα έφτασαν μόνο 1.000.000 δρχ., ενώ η κανονική εισροή ξεκίνησε το 1910 και συνεχίστηκε σε δόσεις ως το 1916. Η κατακόρυφη πρώτη του ρουβλιού και η πολιτική μεταβολή που ακολούθησε την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 σήμαιναν και το τέλος της λήψης των δόσεων του κληροδοτήματος. Τελικά, το ποσό των 3.500.000 δρχ. που έφτασε από τη Ρωσία στην Ελλάδα ήταν μικρότερο από το μισό αυτού που είχε σωρευτεί το 1906.

Έργα της Έκθεσης

Προτομή του Ιωάννη Δομπόλη

Προτομή του Ιωάννη Δομπόλη, η οποία φιλοτεχνήθηκε με βάση σκίτσο που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Ηπειρωτικός Αγών. Το γλυπτό αποκαλύφθηκε το 2003 στο Δεσποτικό Ιωαννίνων, στο πλαίσιο τιμητικής εκδήλωσης που διοργάνωσε ο Δήμος Μολοσσών.

(Στέφανου Παπαμιχάλη, Ιωάννης Δομπόλης, 2003, χαλκοκασσίτερος, Δεσποτικό Ιωαννίνων, Αναστάσιου Παπασταύρου, Ιωαννίνων Γλυπτοθήκη, ένας άγνωστος κόσμος, Ιωάννινα 2009)
(Thomas-François Guérin - Alphonse-Charles Masson, Assasinat de Capo d’ Istria, 1847, χαλυβογραφία, Συλλογή Άρη Κατωπόδη)

Η Δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια

Το πρωί της 27ης Σεπτεμβρίου 1831, οι Κωνσταντίνος (1797-1831) και Γεώργιος Μαυρομιχάλης (1800-1831) μαχαίρωσαν και πυροβόλησαν θανάσιμα τον Ιωάννη Καποδίστρια έξω από την εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνος στο Ναύπλιο, όπου ο Κυβερνήτης πήγαινε να παρακολουθήσει την κυριακάτικη Θεία Λειτουργία. Ο Δομπόλης ενημερώθηκε με καθυστέρηση ενός μηνός για τη δολοφονία. Μετά τον χαμό του φίλου του, διέκοψε κάθε επικοινωνία με τους παλιούς του συνεργάτες στην Ελλάδα. Το γεγονός τον συγκλόνισε και τραυμάτισε τον ψυχισμό του.

Η απόδοση της σκηνής παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Οι Ευρωπαίοι καλλιτέχνες, μη γνωρίζοντας λεπτομέρειες, τοποθέτησαν τη σκηνή του εγκλήματος στο εσωτερικό του ναού και απεικόνισαν τον Καποδίστρια όπως φαντάζονταν πως μάλλον θα ήταν ο πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδας. Ο πολιτικός εικονίζεται με φέσι, φουστανέλα και σελάχι. Είναι ζωσμένος με μαχαίρια και σπαθιά, χωρίς να διαφέρει ούτε ελάχιστα από τους δολοφόνους.

Επιστολή του Γεώργιου Σταύρου στους Συγγενείς του Ιωάννη Δομπόλη

Ο τραπεζίτης Γεώργιος Σταύρος (1788-1869), με επιστολή που συνέταξε στις 13 Μαΐου 1853, ενημέρωσε τους συγγενείς του Ιωάννη Δομπόλη ότι η διαθήκη του μεγάλου ευεργέτη είχε βρεθεί. Ωστόσο, τους κοινοποίησε μόνο ένα μικρό της απόσπασμα, αυτό που αφορούσε τους ίδιους, καθώς, όπως σημείωσε, τό ὑπόλοιπον μέρος τῆς διαθήκης ἀνάγεται εἰς διατάξεις κληροδοτήσεως τῆς περιουσίας τοῦ Μακαρίτου πρός σύστασιν μεγάλου Ἐκπαιδευτικοῦ καταστήματος ἐν τῇ Πρωτευούσῃ τῆς Ἐλλάδος ὅπου αὕτη ἔσεται τό ἔτος 1906.

(Μουσείο Μπενάκη, Αρχείο Ελευθερίου Βενιζέλου)
(Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων)

Το Ζήτημα του Κληροδοτήματος Δομπόλη στον Τύπο της Εποχής

Με το άρθρο Το κληροδότημα του Γραμματέως του Καποδιστρίου, της 30ης Μαΐου 1894, η εφημερίδα Ακρόπολις ενημέρωσε τους αναγνώστες της για την υπόθεση του άγνωστου στο ευρύ κοινό Ιωάννη Δομπόλη και το υπέρογκο ποσό που κληροδότησε για την ίδρυση του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το ότι σε παραπλήσια στήλη διαφημιζόταν η σειρά εικονογραφημένων περιοδικών του φιλολόγου και συγγραφέα Τρύφωνα Ε. Ευαγγελίδη (1863-1941) με τίτλο Ιστορία του Καποδιστρίου.

(Ιστορικό Αρχείο Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών / Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον Αθηνών: Εκατονταετηρίς 1837-1937, Αθήνα 1937, σ. 62 / Γεώργιου Π. Παρασκευόπουλου, Οι Δήμαρχοι των Αθηνών: 1835-1907, Αθήνα 1907, σ. 383)

Η Σύγκλητος του Εθνικού Πανεπιστημίου διεκδικεί Ενεργό Ρόλο στη Διαχείριση του Κληροδοτήματος Δομπόλη

Αρκετά χρόνια πριν το κεφάλαιο του κληροδοτήματος του Ιωάννη Δομπόλη ξεκινήσει να μεταφέρεται στην Ελλάδα, η Σύγκλητος του Εθνικού Πανεπιστημίου είχε προχωρήσει στη διεξαγωγή συζητήσεων αναφορικά με τη στάση που όφειλε να κρατήσει απέναντι στο ζήτημα.

Στις 29 Οκτωβρίου 1905, κατά τη 2η συνεδρίαση της Συγκλήτου, ο Πρύτανης, καθηγητής της Συγκριτικής Γλωσσολογίας και της Γλωσσολογίας Γεώργιος Ν. Χατζιδάκις (1848-1941) ανακοίνωσε στους συγκλητικούς ότι ο υπουργός Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως Λάμπρος Καλλιφρονάς (1853-1950) δεσμεύτηκε ότι, όταν η Ελληνική Κυβέρνηση λάβει τα χρήματα του κληροδοτήματος, θα φροντίσει να γίνει ἡ δέουσα μετὰ τοῦ Πανεπιστημίου συνεννόησις.

(Ιστορικό Αρχείο Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών / Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον Αθηνών: Εκατονταετηρίς 1837-1937, Αθήνα 1937, σ. 28, 35)

Πρόταση του Γεώργιου Αγγελόπουλου περί Δύο Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων

Στις 13 Δεκεμβρίου 1908, κατά την 9η συνεδρίαση της Συγκλήτου του Εθνικού Πανεπιστημίου, ο Κοσμήτορας της Νομικής Σχολής, καθηγητής του Διοικητικού Δικαίου Γεώργιος Ι. Αγγελόπουλος (1887-1935) δήλωσε ότι, από νομική άποψη, η προσπάθεια να εφαρμοστεί κατά γράμμα η διαθήκη του Ιωάννη Δομπόλη αποδεικνύει ότι αυτή είναι ἀνεκτέλεστος. Η πρότασή του προϋπέθετε τη συνύπαρξη δύο πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Πιο συγκεκριμένα, ο Αγγελόπουλος πρότεινε τό μέν Πανεπιστήμιον νά περιλάβῃ τάς θεωρητικάς ἐπιστήμας, τό δέ Δομπόλειον τήν Ἰατρικήν καί τάς φυσικάς καί φυσιογραφικάς ἐπιστήμας, ἐν ἀνάγκῃ δέ καί τήν κτηνιατρικήν. Υπό αυτές τις συνθήκες, η Σύγκλητος θα μπορούσε να ιδρύσει νέες πανεπιστημιακές έδρες και να συντηρήσει περισσότερους υποτρόφους. Μόνον διά τοιαύτης λύσεως, συμπλήρωσε, δύνανται νά ἱκανοποιηθῶσι τά πράγματα, πληρουμένων τῶν τε ὅρων τῆς διαθήκης καί τοῦ ἐπιστημονικοῦ σκοποῦ.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει το σχόλιο του κοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής, καθηγητή της Πατρολογίας και της Χριστιανικής Αρχαιολογίας Γεώργιου Δέρβου (1854-1925), ο οποίος επέστησε την προσοχή της Συγκλήτου στον όρο της διαθήκης Δομπόλη που όριζε ότι ἡ διδασκαλία πρέπει να γίνεται κατὰ τὰς ἀρχὰς τῆς ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας.

(Ιστορικό Αρχείο Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών)

Έκθεση της επί του Δομπολείου Κληροδοτήματος Επιτροπής

Στις 13 Ιανουαρίου 1909, κατά τη 19η συνεδρίαση της Συγκλήτου του Εθνικού Πανεπιστημίου, η Επιτροπή που είχε αναλάβει την εξέταση των όρων της διαθήκης του Ιωάννη Δομπόλη και την εύρεση τρόπων αξιοποίησης του κληροδοτήματος εξέθεσε τα πορίσματά της. Αφού αναλύθηκε η οικονομική διάσταση του ζητήματος, η Επιτροπή ανέφερε ότι, από τη στιγμή που στην Αθήνα λειτουργεί το Εθνικόν Πανεπιστήμιον, δεν θα ήταν πρόσφορον νά ἱδρυθῇ ἕτερον ὁμοιότοπον Πανεπιστήμιον. Η εναλλακτική πρόταση περιελάμβανε τη συνύπαρξη δύο ανώτατων ιδρυμάτων. Το υπάρχον πανεπιστήμιο θα αναλάμβανε τις θεωρητικές επιστήμες και το Καποδιστριακόν τις ιατρικές και φυσικομαθηματικές. Οι σχέσεις μεταξύ των δύο ιδρυμάτων, τα οποία θα διευθύνονταν από κοινή Σύγκλητο και έναν Πρύτανη, θα έπρεπε να είναι στενόταται. Τέλος, η Επιτροπή πρότεινε τα χρήματα που είχαν ήδη ληφθεί να μη χρησιμοποιηθούν για οικοδόμηση νέου κτηρίου, αλλά να αξιοποιηθούν μόνον οι τόκοι τους. Δεδομένου του οικονομικού σχεδίου που κατατέθηκε, η Σύγκλητος κατέληξε στο ότι το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο θα μπορούσε να ξεκινήσει τη λειτουργία του σε περίπου έξι χρόνια, δηλαδή το 1914. Ωστόσο, με την έλευση της πρώτης δόσης του κληροδοτήματος το 1910, η ίδρυση του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου επισημοποιήθηκε το 1911.

Πρόταση του Σπυρίδωνος Π. Λάμπρου περί Μετονομασίας του Εθνικού Πανεπιστημίου

Στις 13 Δεκεμβρίου 1910, κατά την 5η συνεδρίαση της Συγκλήτου του Εθνικού Πανεπιστημίου, ο Κοσμήτορας της Φιλοσοφικής Σχολής, καθηγητής της Γενικής Ιστορίας Σπυρίδων Π. Λάμπρος (1851-1919) εξέφρασε την εὐχὴν του, με την ευκαιρία της ίδρυσης του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου, να μετονομαστεί και το Εθνικόν, υιοθετώντας την αρχική του ονομασία: Οθώνειον. Ο Λάμπρος θεωρούσε ότι θα ήταν πρέπον το Πανεπιστήμιο να αποδώσει φόρο τιμής στον πρώτο βασιλιά της Ελλάδας Όθωνα, ο οποίος άλλωστε ήταν και ο ιδρυτής του.

(Ιστορικό Αρχείου Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών / Αχιλλέως Βαρβαρέσου, Όθων, π. 1957, ελαιογραφία, Γραφείο Πρύτανη, Κεντρικό Κτήριο Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Δημήτρη Παυλόπουλου, Έλενας Κίττα, Άννας-Μαρίας Κάντα, Ελευθερίας Κέντρου, Ανδρέα Σαμπατάκου, Γεώργιου Μαστροθεόδωρου, Κωνσταντίνου Νικάκη, Η Συλλογή προσωπογραφιών του Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα 2009, σ. 84)
(Ιστορικό Αρχείο Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών)

Υπόμνημα του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών

Στις 9 Ιουνίου 1911, ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών απέστειλε υπόμνημα στον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο (1864-1936), με το οποίο εξέφραζε τη γνώμη του σχετικά με το ζήτημα του νέου πανεπιστημιακού νομοσχεδίου.

Οι αναφορές στον Ιωάννη Δομπόλη και το κληροδότημά του δεν λείπουν. Στη σ. δ’ αναφέρεται ότι Θείᾳ συνάρσει ἔρχεται εἰς ἐπικουρίαν ἡμῶν ἡ ἐθνική ἔμπνευσις τοῦ ἀειμνήστου Δομπόλη ὅστις ῥητῶς διά τῆς διαθήκης αὐτοῦ ὁρίζει ποσόν οὐκ εὐκαταφρόνητον πρός ἵδρυσιν Πανεπιστημίου ἐν τῆ πρωτευούσῃ τῆς Ἑλλάδος. Αντιστοίχως, στη σ. ε’, τα μέλη του Ιατρικού Συλλόγου σημειώνουν ότι εύχονται ὅπως τό Δομπόλειον κληροδότημα, ὡς πρότυπον Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον παραμείνῃ ἀνέπαφον καί χρησιμεύσῃ ὡς βάσις τῆς ἀναγεννήσεως τῆς Ἐπιστήμης παρ’ ἡμῖν.

(Συλλογή Εθνικού Ιστορικού Μουσείου)

Ρολόι Τσέπης του Ιωάννη Καποδίστρια

Το 1814, ο Ιωάννης Καποδίστριας μετέβη, ως μέλος της ρωσικής αντιπροσωπείας, στο Συνέδριο της Βιέννης, όπου, μεταξύ άλλων, τάχθηκε υπέρ της ανεξαρτησίας της Ελβετίας. Σε ένδειξη ευγνωμοσύνης, οι εκπρόσωποι της πόλης της Γενεύης χάρισαν στον Έλληνα διπλωμάτη, τον οποίον είχαν ανακηρύξει και επίτιμο πολίτη, πολυτελές, χρυσό ρολόι του οίκου Bautte et Moynier à Genève. Το ρολόι είναι μοναδικό λόγω της εγχάρακτης παράστασης που φέρει στην εσωτερική πλευρά της κάσας του. Εντός κυκλικού μεταλλίου εικονίζεται η εστεμμένη Ελβετία, με μορφή αρχαιοπρεπώς ντυμένης γυναίκας, η οποία κρατά τον θυρεό της πόλης της Γενεύης. Δίπλα της, στο έδαφος, βρίσκονται σκορπισμένα αντικείμενα που σχετίζονται με τον χώρο του μυστικού εταιρισμού (σφύρα, άβακας, διαβήτης, στάθμη κ.ά.). Εικονίζονται ακόμη δύο στήλες, οι οποίες, δημιουργώντας διάδρομο, οδηγούν σε υπερυψωμένο ρολόι. Η παράσταση περιβάλλεται από τη επιγραφή Τῶ τόν χρόνον καλῶς διοικοῦντι οἱ τόν χρόνον καλῶς μετροῦντες, συμβολική και παιγνιώδης αναφορά στην επιδεξιότητα του Καποδίστρια στην άσκηση πολιτικής και την ξακουσμένη ικανότητα των Γενευαίων στην κατασκευή ρολογιών.

Το ρολόι αυτό, ύστερα από τη δολοφονία του Καποδίστρια, πέρασε στα χέρια των αδελφών του, οι οποίοι με τη σειρά τους το δώρισαν στον Ιωάννη Δομπόλη. Στην τελευταία παράγραφο της διαθήκης Δομπόλη, αναφέρεται χαρακτηριστικά η επιθυμία του συντάκτη, τὸ χρυσοῦν ὡρολόγιον μετὰ τῶν ἐμβλημάτων καὶ τῆς ἐπιγραφῆς τῆς πόλεως Γενεύης, δωρηθέν μοι ὑπὸ τῶν ἀδελφῶν τοῦ μακαρίτου κόμητος Ἰωάννου Καποδίστρια, να φυλαχθεί, μαζί με χρυσή ταμπακοθήκη, στο ρωσικό Υπουργείο Εξωτερικών, μέχρι να φτάσει το κεφάλαιο της δωρεάς του στην Ελλάδα και στη συνέχεια να κατατεθεί ἐν τῇ συλλογῇ τῶν περιέργων ἀντικειμένων τοῦ Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου. Ο όρος αυτός της διαθήκης πράγματι εκτελέστηκε, σύμφωνα με την επιθυμία του Δομπόλη, και το ρολόι περιήλθε στην κατοχή του Πανεπιστημίου Αθηνών, από το οποίο, την 21η Οκτωβρίου 1919, παραχωρήθηκε στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο.

Ταμπακοθήκη του Ιωάννη Καποδίστρια

Έργο του διάσημου Ελβετού ωρολογοποιού και κοσμηματοποιού Jean-François Bautte (1772-1837), η ταμπακοθήκη του Ιωάννη Καποδίστρια φέρει χρυσό, εγχάρακτο σε μαύρο σμάλτο, φυτικό και ανθικό διάκοσμο, καθώς και τα αρχικά «Α·Α·Κ·Κ». Η έρευνα δεν έχει αποφανθεί με βεβαιότητα για τη σημασία των γραμμάτων αυτών, αν και εικάζεται ότι σχετίζονται με τον τίτλο που έλαβε ο Καποδίστριας κατά την Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας και έτσι ερμηνεύονται ως «Ανώτατος Αιρετός Άρχων Κόμης Καποδίστριας».

Το πολύτιμο αντικείμενο μνημονεύεται στη διαθήκη του Ιωάννη Δομπόλη, ως ἡ χρυσῆ ταμβακοθήκη, δωρηθεῖσά μοι ὑπὸ τοῦ κόμητος Αὐγουστίνου Καποδίστρια. Δεν αποκλείεται λοιπόν τα αρχικά που κοσμούν το καπάκι της ταμπακοθήκης να σχετίζονται με το όνομα του αδελφού του Κυβερνήτη «Αυγουστίνου Καποδίστρια».

Κατ’ επιταγή της διαθήκης, η ταμπακοθήκη φυλάχθηκε, μαζί με το χρυσό ρολόι του Ιωάννη Καποδίστρια, στο ρωσικό Υπουργείο Εξωτερικών ώσπου να φτάσει η χρηματική δωρεά του Δομπόλη στην Ελλάδα. Στη συνέχεια, το ρολόι καταχωρίστηκε ἐν τῇ συλλογῇ τῶν περιέργων ἀντικειμένων τοῦ Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου και την 21η Οκτωβρίου 1919 δωρήθηκε από το πανεπιστήμιο στη συλλογή του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου.

(Συλλογή Εθνικού Ιστορικού Μουσείου)
(Αρχείο Εθνικού Τυπογραφείου)

Η Ενοποίηση του Εθνικού και του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών

Σύμφωνα με τον νόμο υπ’ αριθμόν 2905, Περὶ Ὀργανισμοῦ τοῦ Ἀθήνησιν Ἐθνικοῦ καὶ Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου, της 27ης Ιουλίου 1922, που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδος, τα δύο ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας, το Εθνικόν και το Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον, ενώθηκαν σε έναν ενιαίο θεσμό, με την ονομασία Αθήνησιν Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον.

Σύμφωνα με τον νόμο υπ’ αριθμόν 5343, Περὶ ὀργανισμοῦ τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, της 23ης Μαρτίου 1932, που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της Ελληνικής Δημοκρατίας, επισφραγίστηκε η ενοποίηση των δύο ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, τα οποία πλέον θα συνέχιζαν να λειτουργούν υπό την κοινή επωνυμία Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον Αθηνών.

Σφραγίδες Σχολών του Εθνικού και του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου

Οι σφραγίδες των Σχολών των δύο ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της χώρας, του Εθνικού και του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου, παρουσιάζουν το διαχωρισμό που είχε προκύψει, τη δεκαετία του 1910, ανάμεσα σε θετικές και θεωρητικές επιστήμες. Ο Ασκληπιός και ο Προμηθέας, σύμβολα της Ιατρικής Σχολής και της Σχολής Φυσικών και Μαθηματικών Επιστημών αντίστοιχα, εικονίζονται στις σφραγίδες του Εθνικού Πανεπιστημίου. Το Χριστόγραμμα, η Θέμιδα και η Μνημοσύνη, σύμβολα της Θεολογικής, της Νομικής και της Φιλοσοφικής Σχολής αντίστοιχα, εικονίζονται στις σφραγίδες του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου.

(Μουσείο Ιστορίας Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών)

Σφραγίδες του Πανεπιστημίου Αθηνών

Η ιστορία του Πανεπιστημίου Αθηνών αντικατοπτρίζεται κατά τρόπο γοητευτικό στις σφραγίδες του.

Η πρώτη σφραγίδα, με τους δύο εστεμμένους λέοντες να κρατούν τον θυρεό της Ελληνικής Μοναρχίας, είναι αυτή του Οθωνείου Πανεπιστημίου και χρησιμοποιήθηκε από την ίδρυσή του, το 1837, έως την έξωση του βασιλιά Όθωνα και τη μετονομασία του ιδρύματος σε Εθνικόν, το 1862.

Η δεύτερη σφραγίδα, με την αθηναϊκή γλαύκα να στέκεται πάνω σε έναν αμφορέα, είναι αυτή του Εθνικού Πανεπιστημίου και χρησιμοποιήθηκε από τη μετονομασία του Πανεπιστημίου σε Εθνικόν, το 1862, έως τη συνένωσή του με το Καποδιστριακόν, το 1922.

Η τρίτη σφραγίδα, με την κεφαλή της θεάς Αθηνάς, είναι αυτή του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου και χρησιμοποιήθηκε παράλληλα με αυτήν του Εθνικού από την ίδρυσή του, το 1911, έως τη συνένωσή του με το Εθνικόν, το 1922.

Η τέταρτη σφραγίδα, η οποία συνδυάζει τα σύμβολα της δεύτερης και της τρίτης, δηλαδή του Εθνικού και του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου, υιοθετήθηκε το 1922, οπότε, σύμφωνα με τον νέο οργανισμό, τα δύο ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας συνενώθηκαν σε ενιαίο θεσμό με την επωνυμία Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον.

(Μουσείο Μπενάκη, Αρχείο Ελευθερίου Βενιζέλου / Ιστορικό Αρχείο Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών)

Η Υπόθεση της Αλεξάνδρας Δομπόλη

Η μελέτη του αρχειακού υλικού αναδεικνύει και την ιστορία της εγγονής του Ιωάννη Δομπόλη Αλεξάνδρας. Η γιαγιά της Αλεξάνδρας, με την οποία είχαν και το ίδιο όνομα, ήταν αδελφή του πατέρα του Ιωάννη Δομπόλη Τριαντάφυλλου. Ως εκ τούτου, η Αλεξάνδρα ήταν, όπως δήλωνε η ίδια, ἐγγυτάτη συγγενής τοῦ ἀειμνήστου Ἐθνικοῦ Εὐεργέτου.

Η γυναίκα, μετά από το θάνατο του συζύγου της Γ. Κούσιογλου, περιέπεσε σε κατάσταση ένδειας. Η ίδια, λόγω γήρατος, δεν ήταν σε θέση να εργαστεί, και τα κατά καιρούς επιδόματα που της παραχωρούσε το κράτος δεν επαρκούσαν ούτε για την εξασφάλιση της διατροφής της. Χαρακτηριστικά σημειώνει ότι αναγκαζόταν να διαμένει σε οικία, η οποία ὑποστάσα σημαντικάς βλάβας κατέστη ἤδη ἑτοιμόρροπος ἀπειλοῦσα πτῶσιν καί σοβαρόν κίνδυνον.

Η Δομπόλη, σε μία προσπάθεια να εξασφαλίσει τα προς το ζην, προέβη στην αποστολή τριών παρακλητικών επιστολών. Με την πρώτη, της 19ης Οκτωβρίου 1929, την οποία απηύθυνε στο Πολιτικό Γραφείο του πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου, ζητούσε την αύξηση του ετήσιου επιδόματος, το οποίο έπαιρνε από την Επιτροπή Ευαγών Σκοπών του Υπουργείου Εξωτερικών, ή την εφάπαξ παραχώρηση χρηματικού ποσού για την επισκευή του σπιτιού της. Η επιστολή παρέχει επίσης την ενδιαφέρουσα πληροφορία ότι ο όρος της διαθήκης του Ιωάννη Δομπόλη, σύμφωνα με τον οποίον μέρος της περιουσίας του θα περνούσε στους συγγενείς του, δεν εφαρμόστηκε ποτέ.

Με τη δεύτερη επιστολή, από της οποίας τη σφραγίδα μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι τη συνέταξε μέσα στη δεκαετία του 1930, απευθυνόταν στον βασιλιά Γεώργιο Β’ (1890-1947) και ζητούσε την παραχώρηση προσφυγικής κατοικίας εἰς Ἰωάννινα ἐκ τῶν ἀνταλλαξίμων, λόγω της κατεδάφισης της οικίας της. Επιπλέον, τον παρακαλούσε να διατάξει τον Πρύτανη να φροντίζει για την καταβολή της μηνιαίας της σύνταξης.

Εἶμαι γραῖα καί γοργῶς ἤδη βαδίζω πρός τήν δύσιν τοῦ βίου μου, έγραφε η Δομπόλη στην τρίτη της επιστολή, της 22ας Ιουνίου 1938, με την οποίαν ικέτευε τη Σύγκλητο του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών να αυξήσει το μηνιαίο επίδομα των 1500 δραχμών που της παρείχε.

Η Αλεξάνδρα Δομπόλη έκλεινε την τελευταία της αυτή επιστολή ως εξής: Εὐσπλαχνισθῆτε με, Κύριοι Συγκλητικοί, τήν ὀγδοηκοντούτιδα γραία διά νά μήν ἀποθάνω τόν ἐξ ἀσιτίας θάνατον καί πᾶν ὅτι θά κάμητε ἀντανακλᾶ εἰς τήν ψυχήν τοῦ πάππου μου Μεγάλου Εὐεργέτου Δομπόλη.

(Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων / Αντώνη Πολυκανδριώτη, Ιωάννης Ε. Μεσολωράς, Κεντρικό Κτήριο Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Δημήτρη Παυλόπουλου, Έλενας Κίττα, Άννας-Μαρίας Κάντα, Ελευθερίας Κέντρου, Ανδρέα Σαμπατάκου, Γεώργιου Μαστροθεόδωρου, Κωνσταντίνου Νικάκη, Η Συλλογή προσωπογραφιών του Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα 2009, σ. 101)

Άρθρο και Προσωπογραφία του Ιωάννη Ε. Μεσολωρά

Με αφορμή τα αποκαλυπτήρια του ανδριάντα του Ιωάννη Καποδίστρια στον προαύλιο χώρο του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, ο ομότιμος καθηγητής της Λειτουργικής και Ομιλητικής στη Θεολογική Σχολή Ιωάννης Ε. Μεσολωράς (1851-1942) έγραψε δύο άρθρα τα οποία δημοσιεύτηκαν, την 20ή και την 21η Δεκεμβρίου 1931, στην Εφημερίδα Η Πρωΐα. Το δεύτερο άρθρο, με τίτλο Ἰωάννης Δομπόλης, ὁ ἱδρυτὴς τοῦ Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου, αποτελεί εγκώμιο στη ζωή και την πατριωτική δράση του μεγάλου ευεργέτη.

Σε παραπλήσια στήλη της εφημερίδας, δημοσιεύτηκαν οι λόγοι που απήγγειλαν, κατά την τελετή των αποκαλυπτηρίων, ο καθηγητής της Ιστορίας των Μέσων και Νεωτέρων Χρόνων στη Φιλοσοφική Σχολή Μιχαήλ Δ. Βολονάκης (1875-1950) και ο Προπρύτανης και καθηγητής της Οργανικής Χημείας στη Σχολή Θετικών Επιστημών Γεώργιος Θ. Ματθαιόπουλος (1873-1958).

ΠΙΣΩ