Ήδη από τα επαναστατικά χρόνια διατυπώθηκαν τα πρώτα σχέδια για την ίδρυση ενός ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος. Το σχέδιο της «Επιτροπής Γαζή» το 1824 πρότεινε να συσταθούν τρία είδη σχολείων στην Ελληνική επικράτεια «δια την ευτυχή πρόοδον του φωτισμού και την εκείθεν ευδεμονίαν του γένους». Το τρίτο αφορούσε την ίδρυση πανεπιστημίου. Τελικά ήταν η Αντιβασιλεία και ο Όθωνας που προχώρησαν στην ίδρυση του πρώτου ανώτατου ελληνικού εκπαιδευτικού ιδρύματος. Στις 3 Μαΐου 1837 πραγματοποιήθηκαν τα εγκαίνια του Οθώνειου Πανεπιστημίου με την παρουσία του Βασιλιά, των αρχών και των κατοίκων της μικρής ακόμη πρωτεύουσας. Στην τελετή εκφώνησε λόγο ο πρώτος πρύτανης Κωνσταντίνος Σχινάς, καθώς και οι κοσμήτορες των τεσσάρων σχολών που το απάρτιζαν, της Θεολογικής, της Νομικής, της Ιατρικής και της Φιλοσοφικής Σχολής, η οποία χωριζόταν σε τρία τμήματα, το Φιλολογικό, το Φυσικό και το Μαθηματικό. Το ίδρυμα στεγάστηκε αρχικά στο σπίτι του αρχιτέκτονα και πολεοδόμου Σταμάτη Κλεάνθη, ένα από τα ελάχιστα μεγάλα σπίτια της Αθήνας, την εποχή εκείνη. Παρά τις μετατροπές, από πολύ νωρίς έγινε αντιληπτό από όλους, ότι το κτήριο δεν επαρκούσε. Το Πανεπιστήμιο χρειαζόταν το δικό του ιδιόκτητο μέγαρο στο κέντρο της πρωτεύουσας, και σε αυτή την κατεύθυνση ένωσαν τις προσπάθειές τους η κυβέρνηση και οι πρυτανικές αρχές, δρομολογώντας τις εξελίξεις για την ανέγερση κεντρικού κτηρίου των Προπυλαίων.
Για να γραφτεί κανείς στο Πανεπιστήμιο, αρκούσε το απολυτήριο του Γυμνασίου, ενώ η φοίτηση ήταν δωρεάν. Οι φοιτητές, την πρώτη χρονιά, ήταν λιγοστοί και προέρχονταν κυρίως από το χώρο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας: 52 φοιτητές, από τους οποίους 8 στη Θεολογική, 22 στη Νομική, 4 στην Ιατρική και 18 στη Φιλοσοφική. Τις παραδόσεις παρακολουθούσε και πλήθος κόσμου, ανάμεσά τους και 75 τακτικοί ακροατές - οι 71 στη Νομική Σχολή.
«Εκείνο που έλειπε τώρα ήταν ένα κατάλληλο κτίριο. Ελλείψει αυτού νοικιάστηκε το σπίτι του φίλου Σάουμπερτ, που το έχω αναφέρει συχνά. Ήταν ανάμεσα στο ύψωμα του Πάνα και της Αγραύρου. Η μεγαλύτερή του αίθουσα, με ευρεία θέα της πόλης και της πεδιάδας και παραπέρα ως την Πάρνηθα, εκεί όπου τον πρώτο χειμώνα της τουρκικής διοίκησης συχνά πίναμε πωντς, έγινε η προσωρινή «Άουλα». Αλλά χωρίς μια πανηγυρική θρησκευτική τελετή το πράγμα δεν μπορούσε να γίνει. Ο ιδρυτής του Πανεπιστημίου, που είχε δώσει το βασιλικό του όνομα, καθόρισε την ημέρα των εγκαινίων. […] Ο βασιλιάς που ήταν σε μια γωνιά της αίθουσας-αν μπορεί να αποκληθεί αίθουσα το ταπεινό εκείνο δωμάτιο-ανεβασμένος σ’ ένα σκαλοπάτι για να υπερέχει του πλήθους, έμεινε ορθός. Δίπλα ήταν μια καθέδρα για τους ρήτορες και πίσω της στεκόμασταν εμείς οι καθηγητές, οι πρώτοι λίγοι φοιτητές και μερικοί θεατές. […] Έτσι έγιναν τα εγκαίνια του Πανεπιστημίου «Όθωνος». Το Πανεπιστήμιο αυτό το εγκαινίασα εγώ, από απόψεως μαθημάτων, δίνοντας μια διάλεξη μερικές μέρες αργότερα-22 Απριλίου/10 Μαΐου 1837-, γιατί το πρώτο εξαμηνιαίο πρόγραμμα της Αρχαιολογίας δεν ήταν ακόμα προετοιμασμένο.»
Λουδοβίκος Ρος, Αναμνήσεις και Ανταποκρίσεις από την Ελλάδα (1832-1833), Τολίδης, Αθήνα 1976.
Αφήγηση ιστορικού αποσπάσματος: Νίκος Βλασάκης, φοιτητής Τμήματος Θεατρικών Σπουδών ΕΚΠΑ.
Αφήγηση λογοτεχνικού αποσπάσματος: Αγγελική Στρατάκη, φοιτήτρια Τμήματος Θεατρικών Σπουδών ΕΚΠΑ.